17/7/13

"Οι φτηνοφαγάδες", Thomas Bernhard



Ο Τόμας Μπέρνχαρντ ήταν αναμφίβολα ειδική περίπτωση ανθρώπου, πόσο μάλλον λογοτέχνη. Ο μπάσταρδος γιος ενός πατέρα που δεν τον αναγνώρισε ποτέ, έκλεισε μέσα του μια οργή που εκφραζόταν συχνά πυκνά, όχι για την καταγωγή του αλλά για τη χώρα που μεγάλωσε και τη μητρική του γλώσσα – πατρίδα φυσικά δεν είναι μόνο η χώρα που γεννηθήκαμε. Η γραφή του με τη σπειροειδή επανάληψη, τόσο λέξεων, όσο και φράσεων και τελικά νοημάτων, βγάζει έντονη την ανάγκη για μουσικότητα, σε ωθεί να διαβάζεις που και που δυνατά ολόκληρα κομμάτια στη σειρά έτσι που τελικά οι λέξεις χάνουν την αρχική τους αξία και βρίσκουν μιαν άλλη δυνατότερη.

Τα κείμενά του συνήθως αγνοούν τις παραγράφους, αλλά σέβονται τη στίξη, σπάνε τους κανόνες για να δημιουργήσουν μια σειρά δικούς τους, κι αυτό που τα σώζει είναι η πρωτοτυπία των ιδεών του ίδιου του Μπέρνχαρντ, η προκλητική στάση των ηρώων του απέναντι στη ζωή και φυσικά το χιούμορ. Κάθε σοβαρός έξυπνος άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του καταλαβαίνει πως η μόνη οδός διαφυγής από την κυνικότητα και την κρεμάλα είναι τελικά λίγη γελοιότητα.

«Οι Φτηνοφαγάδες» είναι ένα σχετικά μικρό βιβλιαράκι που θα μπορούσε και να διαβαστεί απνευστί, ο ρυθμός το επιτρέπει, αλλά ποιός θα ήθελε να κάνει κάτι τέτοιο, να προσπεράσει τα επιμέρους και να μείνει στα βασικά. Με τα χρόνια και την τριβή έχω καταλήξει πως ο Μπέρνχαρντ πρέπει να διαβάζεται σαν ποιητής, αργά -κάποτε μεγαλοφώνως- κοιτώντας που και που το ταβάνι. Και πάντοτε στη μοναξιά. Θα ήταν ιεροσυλία διαφορετικά.

Ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου, ο Κόλερ είναι ένας άνθρωπος μονόχνωτος, που ζει μόνος και συγγράφει για χρόνια ολόκληρα τη «Φυσιογνωμική» του. Ένα έργο υψίστου φιλοσοφικής σημασίας που ολοκληρώνεται μονάχα με το βιβλίο που επιγράφεται «Οι Φτηνοφαγάδες», δηλαδή τέσσερεις άνθρωποι σε ένα φτηνιάρικο εστιατόριο που παραγγέλνουν πάντοτε το πιο φτηνό πιάτο. Ευτυχία της ζωής του είναι πως κάποτε τον δάγκωσε ένας σκύλος που ανήκε σε έναν βιομήχανο και αναγκάστηκαν να του ακρωτηριάσουν το πόδι. Έτσι ζει με τα λεφτά της αποζημίωσης και μπορεί να ολοκληρώσει το έργο του.

Ο αφηγητής είναι ο μοναδικός άνθρωπος κάπως κοντινός στον Κόλερ, αλλά κι αυτός κάποιες φορές μετά βίας τον ανέχεται. Ο Κόλερ είναι χαρακτηριστικός ήρωας στο μπερνχαρντικό σύμπαν, ένα άτομο που επιλέγει να αποκοπεί από τον κοινωνικό ιστό, αλλά τελικά επιδιώκει την αποδοχή και την εξύψωση ακριβώς από αυτούς που σιχαίνεται και χλευάζει. Δεν μπορεί να δημιουργήσει ουσιαστικές σχέσεις με τους ανθρώπους, ούτε με τους Φτηνοφαγάδες του που τους σκέφτεται συνέχεια λόγω της μελέτης του αλλά ποτέ δεν γίνονται φίλοι του, ούτε με τον αφηγητή που είναι μαζί από παιδιά. Θέλει όμως να είναι πρώτος και να ξεχωρίζει.

Το μικρό μυθιστόρημα θα μπορούσε να είναι και φιλοσοφικό δοκίμιο. Έχει όμως η τρέλα της πένας του συγγραφέα μια κρυφή ρωγμή που σε αναγκάζει να το θεωρήσεις λογοτεχνία. Ο Μπέρνχαρντ αγαπά τον λόγο, να τον διασπά, να τον συμπτύσσει, να τον ζουλά και να τον απομακρύνει κι έπειτα να μας τον δίνει λαχταριστό, έτοιμο για να ανάγνωση· κι αυτή είναι η πρώτη ύλη της τέχνης κι όχι της απλής σκέψης.

«Οι φτηνοφαγάδες», Τόμας Μπέρνχαρντ, μτφ. Βασίλης Τομανάς, εκδ. Νησίδες, 1998

* Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο όλο και καλύτερο bookstand  στις 8-3-2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου